Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Γυμνός Ἀγγελιαφόρος



Χαϊδεύω τὸ κρανίο μου
Οἱ τρίχες εἶναι γκρίζες, πολὺ σκληρὲς καὶ ὄρθιες
Τὶς ξύρισαν καὶ ’γράψαν στὸ δἐρμα μὲ μελάνι
Ἀγγελιαφόρος εἶμαι, μοιάζω μὲ λύκο.

Διασχίζω τρέχοντας,
χιλιάδες σκοτεινὰ δωμάτια ὅπου σφυρίζουν παγωμένα ρεύματα
Παλιὰ ἦσαν ἀνάκτορα
Ἐδῶ οἱ μέρες πετρώνουν καὶ τὶς σπρώχνω μὲ κόπο
Στὶς ἀχανεῖς αἴθουσες σχημάτισα ψηλοὺς τύμβους
Στοὺς ἀπέραντους διαδρόμους ἀτέλειωτες σειρές.

Δὲν ἐνθυμοῦμαι τὸν ἀποστολέα
Τί μήνυμα μεταφέρω;
Σὲ ποιόν;
Ὁ βασιλιὰς εἶναι νεκρός· κανεὶς δὲν ζεῖ
Παρ’ ὅλα αὐτὰ τρέχω
Ἀγγελιαφόρος γάρ.

Ἔξαφνα ἀκινητοποιοῦμαι στὸν ἀέρα!
Μία γλυκιὰ πνοή,
φέρνει λίγα λευκὰ ἀνθοπέταλα κερασιᾶς.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου