Ὁ χῶρος εἶμαι, –τὸ ἐκμαγεῖο τῶν
σωμάτων
Ἐντός μου ἀποτυπώνεται,
ἕνα γυναικεῖο σῶμα ποὺ χορεύει ἐκστατικὰ
Μ’ ἀναζητεῖ παντοῦ μὲ ὅλο της τὸ
δέρμα,
ἀραιώνει,
ἑνώνεται μαζί μου.
Τὸ σῶμα τοῦ ποιητῆ σὲ στάση ὀκλαδὸν
Στὴν κόγχη τῆς κοιλιᾶς του
καίει μιὰ φλόγα
Στὶς ἄκρες τῶν δακτύλων του,
στριφογυρίζουν δέκα μανιασμένα
μάτια
Σκληρὸ τρίχωμα τράγου καλύπτει
τὴ γλῶσσα του
Κραυγάζει στίχους
Μὲ τὶς φωνὲς ἀπωθεῖ τὸ σκοτάδι
Δημιουργεῖ χῶρο γιὰ νὰ ἐπιβιώσει
Ἀστραπιαῖα
μιὰ κραυγή κρυσταλλώνεται στὴ νύκτα.
Ὁ χῶρος εἶμαι
Ἀχανεῖς ἐκτάσεις μου συμπυκνώνονται,
γίνονται πάλι τὸ
γυναικείο σῶμα ποὺ χορεύει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου